PERMANENT ASSEMBLY AGAINST THE WAR

English

To receive the link to join the online meeting:

Στη δεύτερη επέτειο της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, καλούμε όλες και όλους σε μια διαδικτυακή συνέλευση, για να αντιμετωπίσουμε συλλογικά τις προκλήσεις της νέας κατάστασης που διαμορφώνεται. Ενώ στη Λωρίδα της Γάζας συνεχίζεται η καθημερινή σφαγή, ένα πράγμα γίνεται σαφές: ο πόλεμος επεκτείνεται, ο πόλεμος θα διαρκέσει, χρειαζόμαστε συλλογικές στρατηγικές ενάντια στο αναπόδραστο του πολέμου.

Βλέπουμε να ανοίγει ένα νέο μέτωπο πολέμου, στην Ερυθρά Θάλασσα, όπου δρομολογείται μια στρατηγική εξισορρόπησης, για την απομάκρυνση της συνεχούς απειλής του Ιράν να κλείσει τα Στενά του Ορμούζ και τη μετατροπή της περιοχής σε ένα σταθερό και φθηνό πέρασμα για τις νέες εμπορικές διαδρομές προς την Ευρώπη μέσω Ινδίας-Ιράν-Ρωσίας και τον νέο Δρόμο του Μεταξιού της Κίνας μέσω Κεντρικής Ασίας-Ιράν-Τουρκίας. Στο πλαίσιο αυτών των μεταβολών, η υπόθεση ότι το Ιράν θα μπορούσε να ενταχθεί στις ατομικές δυνάμεις δεν μοιάζει να απέχει πολύ από την πραγματικότητα — μια πραγματικότητα που δυνητικά εγγυάται την ένταση του εξοπλιστικού ανταγωνισμού στην περιοχή. Βλέπουμε την προετοιμασία για πόλεμο στις χώρες της Βαλτικής, τις αυξανόμενες επιθέσεις κατά του κουρδικού πληθυσμού και του πολιτικού του σχεδίου από το τουρκικό κράτος (το οποίο έχει ισχυρούς οικονομικούς δεσμούς με το Ισραήλ, ακόμη και αν ο Ερντογάν λέει ότι υποστηρίζει την Παλαιστίνη), την ανακοίνωση της δημιουργίας ρωσικής βάσης για έως και 10.000 στρατιώτες στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, τη στρατολόγηση από τον ρωσικό στρατό μεταναστών από την Κεντρική Ασία με αντάλλαγμα τη ρωσική υπηκοότητα, τα τύμπανα του πολέμου στην Ανατολική Ασία —από τη Βόρεια Κορέα μέχρι τα στενά της Ταϊβάν—, την πλήρη απουσία ακόμη και του πιο ελάχιστου θεσμικού ειρηνευτικού σχεδίου καθώς και τη βαθιά κρίση των διεθνών θεσμών που θα όφειλαν να το διατυπώσουν, την ανάπτυξη της βιομηχανίας και της ιδεολογίας του μιλιταρισμού. Αυτές είναι μερικές μόνο από τις πιο ορατές εκφράσεις της νέας παγκόσμιας πραγματικότητας, όπου ο πόλεμος είναι ένας φυσιολογικός τρόπος διαχείρισης της κρίσης της καπιταλιστικής συσσώρευσης και αποσιώπησης των συνεχιζόμενων αγώνων ενάντια στην εκμετάλλευση και την καταπίεση.

Για να περιγράψουμε αυτή την κατάσταση, εμείς, η Διαρκής Συνέλευση Ενάντια στον Πόλεμο, μιλήσαμε για έναν Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο — και το ξαναλέμε. Και αυτό σημαίνει όχι μόνο ότι ο πόλεμος εξαπλώνεται, αλλά και ότι τα αποτελέσματα και οι λογικές του ξεπερνούν τα σημεία όπου αυτός διεξάγεται, επηρεάζοντας και τους κοινωνικούς αγώνες. Ακόμα και αν παραδεχτούμε ότι ένας νέος πολυπολικός κόσμος αναδύεται από αυτό το σενάριο, δεν πιστεύουμε ότι η ύπαρξη νέων και περισσότερων πολιτικών διαχειριστών της καπιταλιστικής κοινωνικής τάξης θα είναι μια συνθήκη ευνοϊκή για την κοινωνική δικαιοσύνη ή ότι θα αντιταχθεί στη λογική του πολέμου. Αντιθέτως, θα μπορούσε να προκύψει μια ακόμη μεγαλύτερη επέκταση της λογικής του πολέμου. Επιπλέον, δεν πιστεύουμε ότι θα μπορούσε να αναδυθεί —ακόμα και σε έναν πολυπολικό κόσμο— μια αυτόνομη αντιπολεμική θέση όταν οι εργατικοί αγώνες και τα κοινωνικά κινήματα θάβονται κάτω από το βάρος της γεωπολιτικής ή περιορίζονται σε υποστηρικτές αυταρχικών καθεστώτων, θεοκρατικών πολιτικών οραμάτων ή εθνικών/κρατικών πολιτικών. Όσο παραμένουμε παθητικές/οί ή παίρνουμε θέσεις υπέρ της μιας ή της άλλης εμπόλεμης πλευράς, σκάβουμε τον λάκκο μας με τα ίδια μας τα χέρια. Είναι πιο επείγον από ποτέ να διαμορφώσουμε ξεκάθαρες θέσεις και να εργαστούμε συλλογικά για μια διεθνική πολιτική της ειρήνης, με βάση τους συνεχιζόμενους αγώνες και τις πολλές και διαφορετικές πράξεις άρνησης που στηρίζουν σήμερα μια διευρυνόμενη και μακρά αντίθεση στον πόλεμο.

Από την αρχή του πολέμου στην Ουκρανία, διαπιστώσαμε την απουσία ενός ισχυρού, διεθνικού κινήματος κατά του πολέμου. Κατά τις πρώτες εβδομάδες της ισραηλινής τυφλής εκδίκησης και της πολιτικής του θανάτου και της εθνοκάθαρσης στη Γάζα, μας συντάραξαν οι άνθρωποι που κατέβηκαν μαζικά στον δρόμο σε όλον τον πλανήτη απαιτώντας κατάπαυση του πυρός. Αυτή η μαζική και αυθόρμητη εναντίωση στη μιλιταριστική φρίκη είναι ζωτικής σημασίας και, πέρα από τα ανθρωπιστικά αισθήματα, αποτυπώνει μια απαίτηση για δικαιοσύνη που διατυπώνεται από ένα πλήθος υποκειμένων, εργαζομένων, μεταναστ(ρι)ών, γυναικών και lgbtqi+ ανθρώπων, που δεν θέλουν πια καταπίεση κι εκμετάλλευση. Ωστόσο, αν θέλουμε να αγωνιστούμε ενάντια στον πόλεμο και την αναπαραγωγή του, δεν αρκεί η καταγγελία των σφαγών. Προκειμένου να στηρίξουμε τη διεκδίκηση της ελευθερίας για την Παλαιστίνη και την έκκληση για άμεση κατάπαυση του πυρός, πρέπει να ενισχύσουμε τις διεθνικές μας σχέσεις. Δεν πρέπει να αντιλαμβανόμαστε τις φρικαλεότητες που διαπράττουν οι IDF στη Γάζα ως απλή συνέχεια των 75 χρόνων κατοχής, ούτε αυτές που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια των επιθέσεων της Χαμάς ως αναπόφευκτη συνέχεια της Παλαιστινιακής Αντίστασης. Το σενάριο του Τρίτου Παγκόσμιου Πολέμου συνδέει την Παλαιστίνη, την Ουκρανία, την Υεμένη — και είναι κάτι περισσότερο από το απλό άθροισμα πολλών τοπικών πολέμων: προσδιορίζει αυτό που συμβαίνει στην Παλαιστίνη πέρα από την ιστορία μιας μακρόχρονης εμπειρίας αποικιοκρατικής καταπίεσης. Είναι στο χέρι μας να προσδιορίσουμε επίσης την αλληλεγγύη μας στις Ισραηλινές και Ισραηλινούς αρνητές του πολέμου και στους Παλαιστίνιους και Παλαιστίνιες που σκοτώνονται, τις εκμεταλλεύονται και τους καταπιέζουν, ως μέρος μιας ισχυρότερης, διεθνικής αντίθεσης στον πόλεμο, η οποία τροφοδοτείται από τη δύναμη των συλλογικών αγώνων κατά του ρατσισμού, της εκμετάλλευσης και της πατριαρχίας, αγώνων που δεν θα μπορούσαν να συρρικνωθούν σε εθνικιστικές διεκδικήσεις, κρατικές πολιτικές ή αυταρχικά θρησκευτικά οράματα.

Αν και δεν έχει εμφανιστεί ακόμη ένα ευρύ κίνημα κατά του πολέμου, είναι ευρέως διαδεδομένες οι πράξεις άρνησης του πολέμου. Στις 25 Νοεμβρίου [2024], στην Ιταλία, το αίτημα για άμεση κατάπαυση του πυρός στην Παλαιστίνη αντηχούσε κατά τη διάρκεια της μαζικής φεμινιστικής διαδήλωσης κατά της πατριαρχικής βίας. Οι μητέρες και οι γυναίκες στρατιωτών στη Ρωσία αψηφούν την καταστολή και καταγγέλλουν τη φτώχεια που αναγκάζει τους άνδρες συγγενείς τους να αποδεχτούν να πεθαίνουν σε έναν πόλεμο δίχως τέλος, ενώ οι πλούσιοι τη γλυτώνουν. Οι λατινοαμερικάνες μετανάστριες και μετανάστες που διαδήλωσαν προς τα σύνορα ΗΠΑ/Μεξικού αρνήθηκαν έμπρακτα το αλισιβερίσι των ζωών τους από την κυβέρνηση των ΗΠΑ και τη ρεπουμπλικανική αντιπολίτευση που διεκδικεί ισχυρότερη στρατιωτικοποίηση των συνόρων ως αντάλλαγμα για τη χρηματοδότηση των εξοπλισμών του ουκρανικού στρατού. Οι διαμαρτυρίες στη Γαλλία κατά του ρατσιστικού μεταναστευτικού νόμου που ψηφίστηκε πρόσφατα, αξιοποιώντας την ισλαμοφοβία που καλλιεργείται παντού, λόγω και της υποστήριξης που παρείχε η γαλλική κυβέρνηση στις ισραηλινές επιθέσεις στη Γάζα, συνδυάστηκαν με την έκφραση της αντίθεσης στον πόλεμο. Οι απεργίες για καλύτερους μισθούς κι ενάντια στις πληθωριστικές συνέπειες της αύξησης της τιμής των καυσίμων και των πρωτογενών πόρων λόγω του πολέμου περιέχουν επίσης τους σπόρους μιας διεθνικής πολιτικής της ειρήνης.

Ωστόσο, αυτό το σχέδιο απαιτεί χώρους συζήτησης όπου θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε συλλογικά τις βαθιές αντιφάσεις που αντιμετωπίζουμε. Μετά τον νέο νόμο για την επιστράτευση στην Ουκρανία, ένας αυξανόμενος αριθμός ανδρών φεύγει ή κρύβεται. Στη Ρωσία επίσης, η λιποταξία είναι μια μαζική άρνηση του πολέμου, παραμένοντας όμως ένα κίνημα που διεξάγεται στα κρυφά, για να αποφευχθούν η καταστολή και η αναγκαστική κατάταξη στον στρατό. Ταυτόχρονα, δυτικές χώρες, όπως η Εσθονία, δηλώνουν έτοιμες να εκδώσουν στην Ουκρανία όσους πρόσφυγες είναι στρατεύσιμοι. Σε όλες τις χώρες που συνορεύουν με την Ουκρανία, ο φόβος του πολέμου τροφοδοτεί, εντός της εργατικής τάξης, μια ευρεία υποστήριξη στην πολιτική του ΝΑΤΟ ή/και στη στρατιωτικοποίηση. Και ενώ αυτή η υποστήριξη παρέχεται επίσης από περισσότερο ή λιγότερο ανοιχτά φασιστικές κυβερνήσεις, προκειμένου να νομιμοποιείται διεθνώς η θέση τους ως μέρος του δυτικού μετώπου, η αντίθεση στην κούρσα των εξοπλισμών εκφράζεται συχνά από ακροδεξιά κόμματα, ενώ η εναντίωση σε αυτά τα κόμματα —όπως οι μαζικές διαδηλώσεις στη Γερμανία— δεν αρθρώνει πάντα μια σαφή αντίθεση στον πόλεμο. Μια μετατόπιση προς τα δεξιά συντελείται και στο άλλο άκρο του πολιτικού φάσματος: ενώ οι «δημοκρατικές» δυνάμεις αγκαλιάζουν τον μιλιταρισμό ως αναπόφευκτη επιλογή και προωθούν ρατσιστικές πολιτικές στο όνομα της εθνικής ασφάλειας, τμήματα της αριστεράς (καθώς αυταρχικά και καταπιεστικά καθεστώτα παρουσιάζονται ως ηγέτες ενός αναδυόμενου «πολυπολικού» κόσμου) υποστηρίζουν ότι τυραννικές, αυταρχικές και αντιδραστικές δυνάμεις και καθεστώτα αντιπροσωπεύουν μια προοδευτική αντίσταση στον «δυτικό ιμπεριαλισμό». Πολλοί από όσους ένα χρόνο πριν υποστήριζαν τις Ιρανές γυναίκες φωνάζοντας «Γυναίκα, Ζωή, Ελευθερία» υποστηρίζουν τώρα τον λεγόμενο Άξονα της Αντίστασης, νομιμοποιώντας έτσι ένα πολιτικό Ισλάμ που δεν είναι αντίπαλος του καπιταλισμού ενώ η πατριαρχία αποτελεί θεμέλιο των επιδιώξεών του. Ο εθνικισμός εισέρχεται στον λόγο του αγώνα για το τέλος της καταπίεσης, είτε πρόκειται για τον αγώνα (της Δύσης) ενάντια στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είτε για τον αγώνα ενάντια στην αβάσταχτη εθνοκάθαρση των Παλαιστινίων από το ισραηλινό κράτος. Παίρνουμε σθεναρή θέση ενάντια στην εκμετάλλευση και την καταπίεση των ανθρώπων στη βάση της εθνικότητάς τους και γνωρίζουμε ότι όλοι οι εθνικισμοί είναι καταπιεστικοί και γεννούν αποκλεισμούς. Για την οικοδόμηση μιας διεθνικής πολιτικής της ειρήνης, πρέπει να αντιμετωπίσουμε όλες αυτές τις αντιφάσεις: όπως δήλωσαν ξεκάθαρα οι Ιρανές φεμινίστριες, δεν θα επιδιώξουμε τη συλλογική απελευθέρωση επιλέγοντας μεταξύ εθνικών μετώπων, αρνούμαστε ότι η μόνη μας δυνατότητα είναι να επιλέξουμε μεταξύ «μεγαλύτερου ή μικρότερου κακού». Μια διεθνική πολιτική της ειρήνης εκκινεί από την άρνηση της λογικής του πολέμου, την άρνηση της επιλογής μεταξύ εμπόλεμων πλευρών και πολεμικών μετώπων, την οργάνωση της δικής μας μεριάς: στο πλευρό των εργαζόμενων, των γυναικών, των κουήρ, των μεταναστ(ρι)ών που αμφισβητούν τη λογική του πολέμου πέρα από τα μέτωπά του.

Όπως δηλώσαμε ξεκάθαρα αμέσως μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ο πόλεμος στενεύει τις δυνατότητες του αγώνα μας, εξαπλώνοντας τις συνέπειές του πέρα από τη φρίκη των πεδίων των μαχών. Τα κινήματα για την κλιματική δικαιοσύνη καταστέλλονται όλο και περισσότερο, ο πόλεμος και ο μιλιταρισμός ενισχύουν την πατριαρχία και οι πατριαρχικές κοινωνίες ενισχύουν μια κουλτούρα όπου η βία κατά των γυναικών και των Lgbtq* ατόμων κανονικοποιείται. Οι συνηθισμένες διαφωνίες εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξαφανίζονται όταν πρόκειται για τον πόλεμο κατά των μεταναστ(ρι)ών. Για να ασκήσουμε μια διεθνική πολιτική της ειρήνης, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ο πόλεμος κατά των εργαζομένων, ο πόλεμος κατά των γυναικών, ο πόλεμος κατά των μεταναστ(ρι)ών δεν είναι παρενέργειες αλλά η καθημερινή πραγματικότητα του συνεχιζόμενου παγκόσμιου πολέμου, εναντίον του οποίου πρέπει να πολεμήσουμε.

Για τον λόγο αυτό, θα οργανώσουμε στις 24 Φεβρουαρίου μια διαδικτυακή δημόσια συνάντηση, όπου φωνές από τα διάφορα μέτωπα του πολέμου θα μπορέσουν να μιλήσουν κατά του πολέμου αλλά και να ακουστούν φωνές εκείνων που, έχοντας επίγνωση των συνεπειών του, έχουν πάρει θέση κατά του πολέμου. Μαζί με οργανώσεις ταξικής πάλης και κοινωνικά κινήματα, μαζί με αρνητές στράτευσης και λιποτάκτες από τα διάφορα πολεμικά μέτωπα, μαζί με φεμινίστριες, μετανάστ(ρι)ες, επισφαλείς εργαζόμενες/ους και περιβαλλοντικούς/ές ακτιβιστές/ριες, στοχεύουμε στη δημιουργία ενός αυτόνομου αντιπολεμικού κινήματος ενάντια στην καπιταλιστική μηχανή του θανάτου και της απόγνωσης. Αυτή η εκδήλωση ελπίζουμε ότι θα χρησιμεύσει και ως γέφυρα προς τις κινητοποιήσεις της 8ης Μάρτη: σε όλες τις πρωτοβουλίες που θα λάβουν χώρα εκείνη την ημέρα να μιλήσουμε επίσης ενάντια στον πόλεμο. Εκφράζουμε την αλληλεγγύη μας στις συντρόφισσές μας στο Καζακστάν, όπου απαγορεύτηκαν οι διαδηλώσεις για την 8η Μάρτη.